Κυριακή, Ιανουαρίου 31, 2010

πες μου ένα παραμύθι!

Μια φορά και ένα καιρό υπήρχε ένα μικρό χωριό στους πρόποδες ενός χιονισμένου βουνού. Στο χωριό όλοι ήταν φιλικοί και κανένας δεν πείραζε τον άλλο. Ζούσαν όλοι απασχολούμενοι με τα χωράφια τους και τα ζώα τους.  Το χωριό όμως ζούσε με ένα μεγάλο πρόβλημα. Στην κορυφή του βουνού κρυβόταν ένας δράκος που από το στόμα του ξερνούσε φωτιές. Μια φορά τον χρόνο ο δράκος κατέβαινε στο χωριό και έκλεβε  την ομορφότερη κοπέλα του χωριού.

Η μικρή Αγάπη μεγάλωνε με τις φροντίδες της μάνας της και μέρα με την μέρα γινόταν ομορφότερη. Η μητέρα της κάθε μέρα την έλουζε με ανθόνερο. Γέμιζε μια μεγάλη κατσαρόλα με νερό και έβαζε μέσα του τα ομορφότερα τριαντάφυλλα του κήπου και μερικές σταγόνες μέλι. Τα άφηνε να σιγοβράσουν για να αποβάλουν όλο το άρωμα τους.  Την άνοιξη πρόσθετε  αγριολούλουδα από το  διπλανό δάσος ενώ τον χειμώνα λεμονανθούς από την μεγάλη λεμονιά του κήπου τους. Καθόταν με τις ώρες και τις χτένιζε τα μεγάλα ίσια μαλλιά της με ασημένιες χτένες που είχε παραγγείλει σε ένα ξακουστό αργυροχρυσοχόο. Τα φορέματα της μικρής Αγάπης τα έραβε μόνη  η μητέρα της,  με  μεταξένια, βελούδινα και κασμιρένια  υφάσματα που παράγγελνε στον έμπορο που επισκέπτονταν το χωριό τους συχνά πυκνά. Ο πατέρας της που αγαπούσε την μουσική, κάθε βράδυ που επέστρεφε από τις δουλειές στα χωράφια, την έβαζε να καθίσει δίπλα του και της έπαιζε το αγαπημένο του βιολί. Παρά την κούραση της ημέρας φαινόταν ακούραστος όταν έπιανε το βιολί στα χέρια του για να παίξει στην πολυαγαπημένη του κόρη. Και το παίξιμο του ήταν μαγικό. Η Αγάπη μαγευόταν! Τέντωνε τα αυτιά της για να μην χάσει ούτε μια νότα από  την θεσπέσια μουσική.

Η Αγάπη είχε γίνει πια μια πανέμορφη κοπέλα. Η εφηβεία δεν άργησε να φέρει τα πρώτα σκιρτήματα. Ο Δημητρός ήταν ο πρώτος της έρωτας. Το μελαχρινό αγόρι που έτρεχε σαν αγριοκάτσικο στα χωράφια δεν πέρασε απαρατήρητο από την Αγάπη. Άλλωστε πως να γίνει αυτό; Τον έβλεπε καθημερινά που περνούσε μπροστά από το σπίτι της καβάλα στο κάτασπρο άλογο του. Βλέπεις ο Δημητρός ήταν ο γιός του γείτονα τους. Η αγάπη δεν άργησε να τους τυλίξει και τους δύο σε ένα πάθος δυνατό. Δεν ξεκόλλαγε ο ένας από την αγκαλιά του άλλου. Μέχρι την μοιραία στιγμή που εμφανίστηκε ο δράκος.

Κατέβηκε στο χωριό από το παγωμένο του βουνό και δεν άργησε να εντοπίσει πως η ομορφότερη κοπέλα του χωριού ήταν η Αγάπη. Παραφύλαξε και δεν ήταν δύσκολο για αυτόν να την αρπάξει. Την πήρε μαζί του και κίνησε  για την σπηλιά του στο χιονισμένο βουνό. Δεν πρόλαβε όμως να φύγει πολύ μακριά, όταν  είδε ότι ένα άσπρο άλογο έτρεχε προς το μέρος του. Σταμάτησε και περίμενε να πλησιάσει ο ανόητος που ήθελε να τα βάλει μαζί του. Ξέρασε μερικές φωτιές σε ένα δέντρο που βρέθηκε στον δρόμο του και το τύλιξε στις φλόγες. Το άσπρο άλογο είχε φτάσει γρήγορα δίπλα του. Ο Δημητρός  ξεπέζεψε και ζήτησε από τον δράκο να αφήσει αμέσως την Αγάπη. Ο δράκος γέλασε και πέταξε μερικές φωτιές προς το μέρος του Δημητρού. Μια από αυτές δεν πρόλαβε να την αποφύγει και του  έκαψε το πόδι. Η Αγάπη έβαλε μια τεράστια κραυγή πόνου που τρόμαξε τον δράκο. Γύρισε και την κοίταξε. Ήταν τόσο μικροκαμωμένη και απόρησε που βρήκε την δύναμη για αυτήν την κραυγή. Ο Δημητρός παρά το κάψιμο στο πόδι, κατόρθωσε να σηκωθεί όρθιος με την βοήθεια ενός δέντρου που ήταν εκεί κοντά.

-Άφησε την φώναξε προς το μέρος του δράκου.

Ο δράκος αντιγύρισε με μια νέα ανάσα φωτιάς. Το δέντρο όμως προστάτεψε τον Δημητρό με την ζωή του. Ο Δημητρός άρπαξε ένα κλαδί που καίγονταν και χίμηξε προς τον δράκο. Ο δράκος όμως τον πρόλαβε και στην επόμενη φλογισμένη ανάσα του, κατόρθωσε να κάψει το χέρι του Δημητρού. Μια δεύτερη κραυγή ακόμα πιο δυνατή από την πρώτη έκανε τον δράκο να κλείσει τα αυτιά του με τα χέρια του. Η Αγάπη κατόρθωσε να ξεφύγει από τα χέρια του δράκου και έτρεξε στον Δημητρό. Το παλικάρι ήταν σωριασμένο στο χώμα και σφάδαζε από τους πόνους της φωτιάς. Ο δράκος άρπαξε πάλι την Αγάπη στα χέρια του και ετοιμάστηκε να δώσει την τελευταία του ανάσα στον Δημητρό.

Τον πρόλαβε όμως η φωνή της Αγάπης.

– Άφησε τον. Μην τον σκοτώσεις. είπε με την μελωδική της φωνή. Άφησε τον να ζήσει και εγώ θα έρθω μαζί σου. Θα μείνω μαζί σου για πάντα.

Ο Δημητρός προσπάθησε να κάνει μια κίνηση να σηκωθεί μα ήταν μάταιο. Ένιωσε τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν και έπεσε λιπόθυμος στο χώμα.

Ο δράκος τον άφησε να ζήσει. Πήρε την Αγάπη  και έφυγαν για την σπηλιά του.

Από τότε δεν τον ξαναείδαν στο χωριό. Κάποιοι είπαν πως αυτοκτόνησε όταν άκουσε την Αγάπη να τραγουδά τον έρωτα της για τον Δημητρό. Άλλοι είπαν πως η Αγάπη τον μεταμόρφωσε σε ένα όμορφο παλικάρι που τριγυρνούσε στο δάσος φωνάζοντας το όνομα της.

Άλλοι είπαν πως έπνιξε την Αγάπη σε μια δυνατή αγκαλιά του και όταν είδε τι έκανε, αυτοκτόνησε

Η Αγάπη δεν φάνηκε ποτέ στο χωριό

έμεινε για πάντα μαζί του

………………………

Τετάρτη, Ιανουαρίου 27, 2010

Για σένα

θα ‘θελα να ήμουν εκεί.

Μια αγκαλιά να σου χαρίσω

μια αγκαλιά να πάρω

με ένα φιλί να σε ζεστάνω

με ένα φιλί να φύγω

 

 

Ένα αληθινό τραγούδι να σε συντροφεύει.

Πέμπτη, Ιανουαρίου 21, 2010

Έρωτας

Σηκώθηκε και πήγε προς την έξοδο. Πήρε τα κλειδιά του αυτοκινήτου από το τασάκι που βρίσκονταν στο τραπεζάκι δίπλα στην είσοδο, άνοιξε την πόρτα και έφυγε. Κατευθύνθηκε στο αυτοκίνητο χωρίς να ακούσει την φωνή του γείτονα που τον καλησπέριζε. Έβαλε μπρος και σε λίγα λεπτά ήταν έξω από το Ιατρείο. Κατέβηκε χωρίς να σβήσει την μηχανή του αυτοκινήτου. Ανέβηκε δύο δύο τα σκαλιά και βρέθηκε στον προθάλαμο του Ιατρείου. Ο κόσμος που περίμενε εκεί για την εξέταση γύρισε το κεφάλι και τον κοίταξε. Κανένας δεν τράβηξε τα μάτια του από πάνω του. Όλοι συνέχιζαν να τον προσέχουν. Αυτός έμεινε για λίγα δευτερόλεπτα ακίνητος ψάχνοντας με το βλέμμα του εκείνη. Δεν άργησε να την δει να κάθεται πίσω από το γραφείο της στα δεξιά του προθάλαμου. Με βήμα σταθερό και στιβαρό πήγε προς το μέρος της.

- Σήκω φεύγουμε!

Η κοπέλα είχε κοκαλώσει.

-Σήκω φεύγουμε τώρα!  επανέλαβε.

Όλοι την άκουσαν να λέει, “τελικά είσαι περισσότερο τρελός από ότι πίστευα” .

Ο γιατρός μάταια φώναζε πως αν δεν γυρνούσε πίσω θα έχανε την δουλειά της.  ………………………………………….

Παρασκευή, Ιανουαρίου 15, 2010

Κόκκινο χρυσάφι

Το δεύτερο κύμα ήταν ακόμα ισχυρότερο. Τσάκισε τον Οδυσσέα στα δύο. Ένα σκαρί που πήρε δύο χρόνια να αφεθούν τα ξύλα του στην θάλασσα  για να “παστωθούν” με την αλμύρα και τον βούρκο της. Πεύκο σαμιώτικο , ευκάλυπτος και  κυπαρίσσι για άλμπουρο.

Και όμως στο δεύτερο χτύπημα τσακίστηκε σαν οδοντογλυφίδα κακής ποιότητας. Είχε θυμώσει η θάλασσα. Το είχε αποφασίσει πως ότι βρισκόταν στον δρόμο της θα το στείλει στο βυθό της. Θα τα πάρει στολίδι για τα κοράλλια της. Ο Άρθουρ δεν μπόρεσε  να ξεφύγει παρά το γερό και καλοφτιαγμένο σκαρί του, που καμάρωνε πως δεν το φόβιζε καμιά μπόρα.

Έπεσε στα κύματα και μπόρεσε να πιαστεί από το κυπαρισσένιο άλμπουρο. Πάλεψε για λίγη ώρα όμως μάταια. Το τρίτο φονικό κύμα τον έστειλε στον πάτο μαζί με το άλμπουρο. Ήταν τόση η δύναμη του που το άλμπουρο καρφώθηκε στην λάσπη. Αυτό που με χρειάστηκαν τόσα χρόνια για να θεριέψει και να γίνει ζηλευτό ξύλο για το καρνάγιο θα έμενε να σαπίσει στην λάσπη της θάλασσας. Ο Άρθουρ γλίστρησε στο τράνταγμα από το άλμπουρο και το σώμα του χτύπησε με δύναμη πάνω στο βράχο. Έμεινε εκεί με τα μάτια ανοικτά. Το ανοιγμένο στόμα του γέμισε γρήγορα με θαλασσινό νερό που γέμισε σε ελάχιστο χρόνο τα πνευμόνια του. Οι κόρες των ματιών είχαν διασταλεί λες και αντίκριζε κάτι παράξενο. Αν ακολουθούσες το βλέμμα του το έβλεπες. Ναι κάτι όμορφο ήταν εκεί. Το έβλεπες στο βλέμμα του. Στην στάση των χεριών του που είχαν σταθεί σαν του παιδιού που ζητά από τους γονείς του να το πάρουν στην αγκαλιά τους.

Είχαν δημιουργήσει μια τεράστια αποικία. Το τοπικό χρώμα που έδιναν στο θαλασσινό νερό ήταν κόκκινο, ζεστό σαν αίμα. Το κόκκινο χρυσάφι. Το αλλοτινό πολύτιμο κόκκινο χρυσάφι της μεσογείου. Οι βλεφαρίδες που ξεπρόβαλλαν από μέσα του λικνίζονταν στο ρυθμό του νερού, λες και χόρευαν για τον Άρθουρ. Ένα χορό ανατολίτικου ρυθμού.  Ένα χορό που αντλούσε την δύναμη των κινήσεων του από το κέντρο του σχηματισμού. Από τον ομφαλό του. Σαν της χορεύτριας που οι κινήσεις των δάχτυλων της αντλούν την ενέργεια τους από την κοιλιά, τον ομφαλό της  και η παραμικρή κίνηση επιθυμεί να επιστρέψει σε αυτό το κέντρο ισορροπίας.Όλες οι κινήσεις τους  θύμιζαν  διαλογισμό. Αυτή η μορφή χορού ησυχάζει το μυαλό και το πνεύμα. Και αυτός μαγεμένος, με κομμένη την ανάσα έστεκε ακλόνητος να τις παρατηρεί. Η σκέψη είχε φύγει. Οι κινήσεις του είχαν παγώσει. Μόνο η αίσθηση του χρώματος και του κόκκινου έμεναν σε αυτόν.

Δευτέρα, Ιανουαρίου 11, 2010

Πέμπτη, Ιανουαρίου 07, 2010

Στιγμή

Μια μαύρη σαϊτιά σκίζει το ασπρογάλανο τοπίο

παίρνει την ματιά και την τραβά στο βάθος,

εκεί που χάνεται το μαύρο

και το φωτεινό σκεπάζει την ματιά.

Απορροφά όλα τα χρώματα

και προβάλλει λευκό τοπίο.

Η ζέστη από το τίλιο χαλαρώνει

τους μυς της γεύσης

και αφήνει το άρωμα του λεμονανθού

να ερεθίσει τους αισθητήρες της οσμής

Νάτο! Προβάλλεται πάλι το μαύρο

μα κρύβεται γρήγορα στον ασπρισμένο ουρανό.

Οι μυρωδιές φέρνουν τις θύμησες

του χθες με το παλιό τους χρώμα.

Την καρδιά έπαψαν να την αγγίζουν,

το προσπερνά,

και ο νους γυρνά αλλού.

Δεν πονά πια,

πέτρωσε,

γελά, και χαίρεται που ξέρει

πως το ταξίδι προχωρά.

 

Σάββατο, Ιανουαρίου 02, 2010

Δύναμη

Ήρθε και έφερε μαζί του τον άνεμο. Μυστήριο αυτός ο νέος. Μου δίνει την αίσθηση της δύναμης. Την αίσθηση ότι ήρθε να αλλάξει πολλά. Ήρθε να σαρώσει τα πάντα. Δείχνει την δύναμη του από την αρχή. Δείχνει ότι μπορεί να τα βάλει με όλα τα στοιχειά και να επιβάλλει την θέληση του. Ήλιος, βροχή δεν τον νίκησαν σήμερα. Βγήκε νικητής, δάφνωστεφανωμένος, αλλά δεν σταμάτησε εκεί. Συνεχίζει να λυσσομανά και να φωνάζει σε όλους ότι αυτός θα αλλάξει τα πάντα. Αυτός είναι ο νέος άρχοντας και θα επιβάλλει την θέληση του νικητή.

Την νέα χρονιά την νιώθω να είναι σημαντική. Την αισθάνομαι ότι ήρθε να αλλάξει πολλά. Είναι αυτή που  αδυνατώ να μαντέψω την πορεία της. Είναι λαμπερή και δυνατή. Είναι γεννημένη νικητής. Λιοντάρι την νιώθω. Έχει την δύναμη και την σοφία να την χρησιμοποιήσει έτσι όπως αρμόζει σε νικητή. Ναι! Ήδη η δύναμη της κυρίεψε τον νου μου   και οδηγεί τα βήματα μου σε παράλληλη πορεία μαζί της. Καιρός να γευτώ λίγη από την λάμψη της δύναμης και να καρπωθώ  τα λάφυρα του νικητή.

Καλωσήρθες! Εγώ θα μείνω μαζί σου ως το τέλος. Πιστός οπαδός της ομορφιάς και της νιότης σου. Πιστός στην ατέρμονη δύναμη του νου…………

 

Προβάλλεις νωρίς τις διαθέσεις

την δύναμη σου σκορπάς

και αφήνεις να δουν τις νυχιές

που στο σώμα σου κεντάς.

 

154826-%CE%B4%CF%85%CE%BD%CE%B1%CE%BC%CE%B7[1]